Καμία από τις ομάδες που μετέχουν στο Μουντιάλ δεν έχει εντυπωσιάσει, μέχρι στιγμής, στα φιλικά παιχνίδια. Η μόνη που έδειξε κατ? ευθείαν το αληθινό αγωνιστικό πρόσωπό της ήταν η Εθνική Ελλάδας. Στο 0-0 με τους Πορτογάλους (που όταν κάποτε μας κερδίσουν, θα τρέξουν να ανάψουν λαμπάδες) είδαμε ακριβώς αυτό που περιμένουμε από την ομάδα του Σάντος. Αμυνα – γρανίτης, κέντρο με αμυντικούς προσανατολισμούς, επίθεση που προσπαθεί να επωφεληθεί από την παραμικρή ευκαιρία, συνήθως όχι με συνδυασμένη ενέργεια, αλλά με ατομική προσπάθεια, όπως ήταν του Φετφατζίδη, στην κορυφαία στιγμή του προχθεσινού αγώνα.
Οι Κολομβιανοί φανέρωσαν αμυντικές αδυναμίες στο 2-2 με τη Σενεγάλη, οι Ιάπωνες μόλις και μετά βίας κέρδισαν 1-0 τους Κύπριους και οι της Ακτής Ελεφαντοστού ψάχνουν να βρουν ομοιογένεια, μια που οι δικοί τους διεθνείς προέρχονται από όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Μπορεί να μην το πολυπιστεύουμε, ως συνήθως άλλωστε, αλλά η Ελλάδα έχει πολλές πιθανότητες να περάσει στην επόμενη φάση κι ας θεωρείται η κατώτερη ποιοτικά ομάδα του ομίλου της. Σε τέτοιου είδους διοργανώσεις δεν «μετράει» τόσο η ποιότητα όσο το αν είναι ευκολοκατάβλητο ή όχι το DNA κάθε ομάδας. Και από DNA σκίζουμε...
Αν μη τι άλλο, αυτή την ομάδα δεν μπορείς να την κερδίσεις εύκολα. Μπορεί και η ίδια να μη κερδίζει εύκολα, αλλά ξέρει να μη χάνει.
Εάν την ευνοήσουν οι συγκυρίες μπορεί να σκοράρει και να αρπάξει τους τρεις βαθμούς σε κάθε παιχνίδι, με οποιονδήποτε αντίπαλο, αλλά το σίγουρο είναι πως αν λειτουργήσει όπως ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία και το αγωνιστικό στιλ των παικτών της, πολύ δύσκολα χάνει. Κι αυτό είναι το βασικό προσόν της. Προσόν που εκνευρίζει τον αντίπαλο και δίνει αυτοπεποίθηση στη δική μας ομάδα.
Προφανώς, δεν περιμένουμε από την Ελλάδα να μας χορτάσει ποδόσφαιρο στο Μουντιάλ. Και να το περιμέναμε, δεν επρόκειτο να μας κάνει τη χάρη, διότι, απλούστατα, δεν μπορεί να προσφέρει θέαμα. Μπορεί να προσφέρει μόνο θετικά αποτελέσματα. Αυτό ακριβώς είναι που θέλουμε και δεν μας «χαλάει» καθόλου, γιατί, σε τελική ανάλυση, το θετικό αποτέλεσμα είναι που έχει και τη μεγαλύτερη σημασία.
Βραζιλία , Αργεντινή, Ισπανία και Γερμανία δίνουν φαβορί οι μπουκμέιρες και οι ειδήμονες. Λογικό. Αλλά δεν πρέπει να αποκλείσουμε καμία έκπληξη από τα λεγόμενα αυτσάιντερ. Οπως την Ουρουγουάη, για παράδειγμα, που ξέρει πάντα να διακρίνεται, ή την Ιταλία που ποτέ δεν σου γεμίζει το μάτι, αλλά έχει τον τρόπο της να θριαμβεύει.
Επίσης, πολλοί ιστεύουν ότι σε Μουντιάλ που γίνεται στη Λατινική Αμερική, είναι αδύνατο να επικρατήσει ευρωπαική ομάδα. Λογική σκέψη κι αυτή, αλλά όταν μιλάμε για την Ισπανία και τη Γερμανία, θα ήταν παρακινδυνευμένο να τις καταδικάσουμε εκ των προτέρων σε αποτυχία. Αλλωστε, πολλά θα κριθούν από το πώς θα διαμορφωθούν τα ζευγάρια μέχρι τον τελικό, αρχής γενομένης από τη θέση που θα καταλάβουν στους ομίλους οι ομάδες που θα προκριθούν.
Το δικό μου ερωτηματικό είναι ένα και ήδη το κατέθεσα: Πόσο καλό ποδόσφαιρο θα δούμε, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι από τους διεθνείς των ισχυρότερων ομάδων είναι «σκασμένοι» από την υπερφορτωμένη από υποχρεώσεις σεζόν που προηγήθηκε; Υπάρχουν παίκτες που αγωνίστηκαν σε περισσσότερα από 50 και 60 ματς, παίκτες που έπαιζαν για μεγάλο χρονικό διάστημα και δυο και τρεις αγώνες την εβδομάδα. Πόσο «φρέσκοι» μπορούν να είνα στο Μουντιάλ; Την απάντηση θα τη δώσει ο ποδοσφαιρικός εγωισμός τους και το κίνητρο που θα νιώσουν ότι έχουν να διακριθούν προσωπικά και να υπηρετήσουν πιστά τις χώρες τους.