Κρίμα. Ο πιο άδοξος και άδικος αποκλεισμός. Αλλά δεν είναι ώρα για δάκρυα. Είναι ώρα να νιώσουμε υπερήφανοι. Η Ελλάδα έφτασε στους 16 του Μουντιάλ. Τεράστια επιτυχία. Ούτε είναι ώρα για γκρίνια. Δεν πρέπει να πέσει όλο το ανάθεμα πάνω στον Φάνη Γκέκα, τον μοιραίο των πέναλτι, ούτε στον Αλέξη Καρνέζη, που, αν δεν έπεφτε καθόλου, τουλάχιστον τα τρία πέναλτι θα μπορούσε να τα αποκρούσει, ή που δέχτηκε το «αστείο» γκολ των Κοσταρικανών. Αλλωστε, παρά την τρομερή προσπάθεια, λάθη έκαναν χθες όλοι.
Η εικόνα του πρώτου ημιχρόνου μάς επέτρεπε να είμαστε αισιόδοξοι για την έκβαση του αγώνα. Η ομάδα αμύνθηκε υποδειγματικά και δεν κινδύνευσε παρά μόνο σε μία περίπτωση, με ένα δυνατό σουτ που έφυγε άουτ. Μετά το 30’ κυκλοφόρησε σωστά την μπάλα, επιτέθηκε και επιχείρησε με ωραία, έστω μακρινά σουτ, να προηγηθεί. Ηταν, όμως, η ομάδα που έχασε και τη μοναδική κλασική ευκαιρία των πρώτων 45 λεπτών, με την υπέροχη σέντρα του Χολέβα, το άψογο κοντινό σουτ του Σαλπιγγίδη και την ενστικτώδη απόκρουση του Κοσταρικανού τερματοφύλακα. Λίγα εκατοστά πιο ψηλά να πήγαινε η μπάλα, η Ελλάδα θα είχε προηγηθεί.
Η Κόστα Ρίκα έδειξε ότι δεν είναι η ομάδα – φόβητρο. Η Εθνική μας στάθηκε πολύ καλά σε ρόλο κομπάρσου, που περιμένει, όμως, την κατάλληλη στιγμή για να «χτυπήσει». Και η αίσθηση που έμεινε ήταν ότι αυτό δεν θα αργήσει να γίνει.
Δυστυχώς, συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Με την έναρξη, ωστόσο, του δευτέρου ημιχρόνου, έγινε αυτό που δεν περίμενε κανείς. Σε ένα αδύναμο φαλτσαριστό σουτ, ο Καρνέζης έβλεπε την μπάλα να κυλάει αργά – αργά προς τα δίχτυα του, χωρίς να αντιδράσει καθόλου, χωρίς να κάνει καν τον κόπο να πλονζάρει, έστω και καθυστερημένα. Ηταν ένα απροσδόκητο γκολ, πέρα για πέρα ακατανόητο για την αξία του Ελληνα γκολκίπερ. Ενα γκολ με το οποίο ο Καρνέζης «πρόδωσε» την ομάδα και τη συνολική προσπάθεια των συμπαικτών του.
Η συνέχεια έγινε δύσκολη, γιατί, από τη μια στιγμή στην άλλη, έπρεπε η δική μας ομάδα να παίξει ποδόσφαιρο κυριαρχίας, για να υποχρεώσει την Κόστα Ρίκα σε ρόλο κομπάρσου. Επρεπε να βρεθεί ο τρόπος να αντιδράσουμε, όπως και με την Ακτή Ελεφαντοστού, όταν το σκορ έγινε 1-1. Η ευνοική διαφορά ήταν ότι είχαμε πολύ χρόνο μπροστά μας για να παλέψουμε για την ανατροπή.
Ο Σάντος ενήργησε ακαριαία, με τον Μήτρογλου στη θέση του Σάμαρη. Λάθος, κατά την άποψή μου, γιατί «φορτώθηκε» η επίθεση, αλλά έμεινε η ομάδα χωρίς τον καλύτερο παίκτη της στον δημιουργικό τομέα. Και ενώ έγινε αμέσως σαφές ότι η Εθνική δεν λειτουργεί καλύτερα, ήρθε το δώρο της (δίκαιης) αποβολής του στόπερ της Κόστα Ρίκα, του Ντουάρτε. Τότε ο Σάντος έκανε τη δεύτερη κίνηση. Εξω ο Σαλπιγγίδης, που, όπως πάντα, πήρε άριστα στον αμυντικό τομέα, μέσα ένας ακόμη φορ, ο Γκέκας. Και ενώ οι Ελληνες παίκτες έδειχναν αποφασισμένοι να τα παίξουν όλα για όλα, ο Καραγκούνης άρχισε να μένει από δυνάμεις, όπως ήταν φυσιολογικό, ο Σαμαράς προσπαθούσε μάταια από τα πλάγια να μπει στο παιχνίδι και ο Μήτρογλου με τον Γκέκα ήταν σα μην υπήρχαν. Λίγο πριν από το 80’ έγινε το… τρίτο θαύμα από τον Σάντος, με την τοποθέτηση του Κατσουράνη αντί του ακούραστου Μανιάτη, ο οποίος, με το δίκιο του, πήγε έξαλλος στον πάγκο.
Αυτή τη φορά τίποτε δεν έδειχνε ότι θα τα καταφέρουμε, γιατί η ομάδα ακολουθούσε, πανικόβλητη, το σύστημα… χύμα στο κύμα. Με μεγάλες αποστάσεις μεταξύ των γραμμών, με ανορθόδοξες επιθετικές προσπάθειες και με πολλές τσαπατσούλικες ενέργειες, χωρίς προσανατολισμό και χωρίς καθαρό μυαλό.
Το τελευταίο δεκάλεπτο της κανονικής διάρκειας κύλησε χωρίς ούτε υποψία ευκαιρίας. Οι 11 Ελληνες έδειχναν λίγοι μπροστά στους 10 Κοσταρικανούς. Φαινόταν να έρχεται ένας «κρύος» αποκλεισμός και, μάλιστα, από έναν αντίπαλο που μια πιο ψύχραιμη και πιο οργανωμένη στο δεύτερο ημίχρονο Ελλάδα, κάλλιστα θα μπορούσε να τον είχε νικήσει. Το είπαμε, όμως. Το είπαμε πολλές φορές και επιβεβαιώθηκε και χθες. Ο θεός του ποδοσφαίρου δεν μας εγκαταλείπει εύκολα. Και στο πρώτο λεπτό των καθυστερήσεων, έγινε πάλι το θαύμα από το πουθενά. Σύγχυση, σουτ του Γκέκα, απόκρουση του τερματοφύλακα και ο Παπασταθόπουλος βρέθηκε εκεί όπου έπρεπε για να κάνει το 1-1 και να στείλει την ομάδα σε μια ημίωρη παράταση με το αβαντάζ της αριθμητικής υπεροχής…
Η διαχείριση του έξτρα χρόνου δεν ήταν καθόλου κακή. Η Ελλάδα έπαιξε μονότερμα την Κόστα Ρίκα, έχασε ευκαιρίες, αλλά δεν την ήθελε η μπάλα. Όχι μόνο σουτ του Χριστοδουλόπουλου, που μπορούσε να πασάρει σε τέσσερις αφύλακτους συμπαίκτες του, αλλά και στο εξ επαφής πλασέ του Μήτρογλου στην εκπνοή, που απέκρουσε πάλι με το σώμα, χωρίς να το πολυκαταλάβει, ο Νάβας, όπως και στην αρχή με τον «Σάλπι».
Στη λοταρία των πέναλτι όλα θα μπορούσαν να συμβούν. Συνέβη να νικήσει ο Νάβας τον Γκέκα και να μην κατορθώσει να αποκρούσει ούτε ένα πέναλτι ο Καρνέζης. Δεν προκρίθηκε η πιο άξια ομάδα. Δεν πέρασε η καλύτερη ομάδα. Δεν πήγε στους 8 αυτός που το δικαιούταν περισσότερο. Αλλά αν εκτός από την Εθνική ομάδα αγαπάμε και το ποδόσφαιρο, αυτό πρέπει να το δεχτούμε…