Η αλήθεια είναι ότι ο Ιγκόρ Τούντορ το «παρατράβηξε» για μία ακόμη φορά με τα πειράματα. Λογικό το ροτέισον ενόψει των εκτός έδρας αγώνων με Ξάνθη και ΑΕΚ, αλλά ξεκούρασε ποιους; Τον Χαρίση, τον Τσίμιροτ και τον Πέλκα; Πότε «πρόλαβαν» να κουραστούν και οι τρεις, που είναι και πιτσιρικάδες;
Είχε λογική η χρησιμοποίηση του Κοροβέση αντί του τραυματία Λέοβατς και καλώς δεν κάλυψε το πόστο του ο Τζαβέλλας που παίζει συνεχώς, είχε λογική επίσης η χρησιμοποίηση του Μαλεζά και του Σκόνδρα, αλλά πάνω που βρήκαν ρυθμό και «χημεία» μεταξύ τους ο Χαρίσης και ο Τσίμιροτ,ακόμη και ο Πέλκας, ήταν «τραβηγμένο», νομίζω, να μην αρχίσει το παιχνίδι κανένας από τους τρεις.
Από την άλλη πλευρά, αναγνωρίζω ότι θα έπρεπε κάποια στιγμή να επανέλθει στη δράση ο Τζιόλης, ενώ είχε γίνει κουραστική έως περίεργη η περιθωριοποίηση του Κάτσε. Ο Τούντορ τους έδωσε χρόνο συμμετοχής και ίσως καλά έκανε εν τέλει, αλλά το σχήμα με το οποίο παρέταξε την ομάδα έδειξε να υποτιμά απόλυτα τη Βέροια, ίσως γιατί εμφανίστηκε στην Τούμπα με πολλές απουσίες.
Σωστό ή λάθος, ένα είναι σίγουρο. Οτι με Τζιόλη, Κάτσε στα χαφ και με Μπερμπάτοφ σε ρόλο οργανωτή, φάσεις δεν βγήκαν και η ομάδα ήταν αργή σε όλο το πρώτο ημίχρονο. Παρά τα καλά μοιράσματα του Βούλγαρου, κυρίως προς τον Μακ, δεν δημιουργήθηκε ούτε μία καλή ευκαιρία, ο Αθανασιάδης δεν πήρε ποτέ την μπάλα και όλες οι επιθετικές προσπάθειες εκδηλώθηκαν με προσωπικές ενέργειες, κυρίως του Μακ και του Ζάιρο, που δεν ήταν πάντως πάλι σε καλή μέρα.
Το ευτύχημα για τον ΠΑΟΚ ήταν ότι, παρ’ όλα αυτά, προηγήθηκε, χάρη στο πέναλτι που κέρδισε ο Σκόνδρας και τουλάχιστον έδιωξε το άγχος της επίτευξης του πρώτου γκολ, που, σε τέτοια ματς, είναι σημαντικό. Η απόδοση, ωστόσο, δεν ήταν καθόλου καλή και το παραδέχτηκε και ο Τούντορ με τις δηλώσεις του μετά τον αγώνα.
Οι ενοχλήσεις που ένιωσε ο Μαλεζάς, υποχρέωσαν τον Κροάτη κόουτς να «γυρίσει» τον Τζιόλη στο κέντρο της άμυνας στο δεύτερο ημίχρονο και στη θέση του να περάσει τον Χαρίση. Επί 20 λεπτά, ωστόσο, τίποτε δεν άλλαξε. Ο ΠΑΟΚ παρέμεινε ράθυμος και αργόστροφος, μέχρι που, ξαφνικά, συνέβη το αναπάντεχο με την ισοφάριση της Βέροιας, εξ αιτίας της γκάφας του Σκόνδρα, που ούτε είδε τον Μελίσσα να βγαίνει, ούτε υπήρχε λόγος να γυρίσει την μπάλα με το κεφάλι πίσω, ενώ είχε την άνεση να την πετάξει οπουδήποτε αλλού.
Το ζητούμενο από εκείνη τη στιγμή ήταν πώς θα αντιδράσει ο ΠΑΟΚ και τι είδους ποδόσφαιρο θα καταφέρει να παίξει. Πολύ σωστά ο Τούντορ τράβηξε στον πάγκο τον υστερήσαντα Ζάιρο, που λίγο πριν είχε χάσει «άχαστη» ευκαιρία και έβαλε στη θέση του το «πολυεργαλείο» που λέγεται Μυστακίδης, με την ελπίδα ότι η ομάδα θα γίνει πιο παραγωγική και πιο αποτελεσματική επιθετικά. Κατά κάποιο τρόπο, όντως έγινε. Κράτησε και κυκλοφόρησε την μπάλα, έψαξε το γκολ και το βρήκε, σχετικά γρήγορα, με το σουτ του Μακ, που αποκρούστηκε όπως – όπως και το κοντινό πλασέ του Αθανασιάδη, που ήταν πάλι εκεί που έπρεπε και σκόραρε στη μία και μοναδική ευκαιρία που του δόθηκε σε όλο το παιχνίδι.
Η κινητικότητα του Μυστακίδη, τα ωραία σουτ του Χαρίση και τα πολλά τρεξίματα των παικτών του ΠΑΟΚ ήταν ό,τι καλό είδαμε μέχρι το φινάλε. Η Βέροια δεν κατάφερε να γίνει απειλητική για τον Μελίσσα και οι τρεις βαθμοί κατέληξαν, στο ρελαντί, στον ασπρόμαυρο κουμπαρά.
Συμπέρασμα: Ο ΠΑΟΚ πήρε ακόμη τρεις βαθμούς και συνέχισε με νίκη στο Πρωτάθλημα, αλλά άγχωσε πάλι τους οπαδούς του και δεν έκανε καλή εμφάνιση απέναντι σε έναν αδύναμο αντίπαλο, που είχε και πολλές απουσίες. Με τις πολλές αλλαγές στα πρόσωπα της αρχικής ενδεκάδας η εμφάνιση ήταν μετριότατη και δεν είχε καμία σχέση με τις δύο προηγούμενες. Αποδείχτηκε πάλι ότι πρέπει να γίνει πολλή δουλειά για να βελτιωθεί η ομάδα και, παράλληλα, φως φανάρι είναι ότι πρέπει να ενισχυθεί με δυο-τρεις πραγματικά ποιοτικούς παίκτες, που θα είναι έτοιμοι να προσφέρουν αμέσως.