Το αποτέλεσμα είναι το απόνερο της λανθασμένης επιλογής της ΕΠΟ να επιχειρήσει το restart της Εθνικής, προσλαμβάνοντας τον Αγγελο Αναστασιάδη.
Η αντικατάσταση του με τον Φαν’τ Σιπ δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μία απονενοημένη προσπάθεια, μήπως και γίνει το θαύμα και σωθεί τελικά η παρτίδα. Τέτοιες προσπάθειες όμως είναι συνήθως θνησιγενείς. Ο Ολλανδός δεν άλλαξε θεαματικά την εικόνα της Εθνικής.
Απέναντι στη Φινλανδία, η οποία είναι ομάδα περιορισμένων δυνατοτήτων, η Εθνική δεν έδειξε πολλά καινούργια στοιχεία στο παιχνίδι της. Είχε την στοιχειώδη μεσοαμυντική λειτουργία και ήταν κακή στην επιθετική ανάπτυξη. Χωρίς βοήθειες από τους χαφ, καθώς δεν έφτανε εύκολα η μπάλα στα πόδια τους και κίνηση σε χαμηλές στροφές, δεν απείλησε την αντίπαλη εστία, ούτε δημιούργησε σοβαρές ευκαιρίες με οργανωμένες επιθέσεις.
Περιμέναμε κάτι περισσότερο; Ο Φαν’τ Σιπ σαν ποδοσφαιριστής υπήρξε μεγάλο όνομα, όμως σαν προπονητής δεν έχει βιογραφικό. Είναι ίσως το φτωχότερο βιογραφικό ομοσπονδιακού προπονητή σε ομάδα της Ευρώπης.
Ο Ολλανδός απ’ ότι φάνηκε δεν ήταν και πολύ διαβασμένος γι’ αυτό τον αγώνα. Διαφορετικά δεν θα χρησιμοποιούσε τον Κουρμπέλη ο οποίος ήταν κακός στον αγώνα Παναθηναϊκός-ΟΦΗ, αφήνοντας εκτός ενδεκάδας τον Ζέκα πού έχει καλύτερο ρυθμό καθώς έχει αγωνιστεί σε 6 προκριματικά παιχνίδια και σε 8 πρωταθλήματος.
Δεύτερο προπονητικό λάθος του Φαν’τ Σιπ η χρησιμοποίηση του Τοροσίδη που δεν είχε αγωνιστικό ρυθμό, αντί του Μπακάκη που σαφώς ήταν σε καλύτερο αγωνιστικό επίπεδο.
Επίσης η εμμονή του στην χρησιμοποίηση του Βρουσάι και ως αλλαγή του Παυλίδη δείχνουν συναισθηματική παρόρμηση του Ολλανδού, καθώς οι δύο παίκτες αγωνίζονται στη Βίλεμ.
Η Εθνική μετά τον διασυρμό στην προκριματική φάση του Euro 2016, που βγήκε τελευταία, την αποτυχία να είναι παρούσα στο Παγκόσμιο του 2018 και αυτή στο National League συνεχίζει τον κατήφορο. Και σ’ αυτό ευθύνη έχουν και οι παίκτες.
Από την έντυπη έκδοση της Metrosport