Θεωρώντας πλέον δεδομένη την κατάκτηση του Πρωταθλήματος από τον ΠΑΟΚ, με μοναδικό ζητούμενο να παραμείνει αήττητος, καταρρίπτοντας το ρεκόρ που έχει ο Παναθηναικός από το 1964, αυτονόητα το ενδιαφέρον στρέφεται στην κατάκτηση του Κυπέλλου.
Λένε οι παίκτες του ΠΑΟΚ ότι θέλουν να γράψουν ιστορία. Να γράψουν τα ονόματά τους σε κάποιες από τις πιο ωραίες σελίδες της ιστορίας του ΠΑΟΚ. Αν πάρουν αήττητοι το Πρωτάθλημα, θα το πετύχουν. Κι αν κάνουν το νταμπλ οι σελίδες οι δικές τους θα είναι οι πιο ωραίες απ’ όλες. Θα επισκιάσουν ακόμη και τις επιτυχίες της χρυσής δεκαετίας 1970-80, καθώς ουδέποτε ο μεγάλος τότε ΠΑΟΚ πανηγύρισε νταμπλ. Να, λοιπόν, το πανίσχυρο κίνητρο για την κατάκτηση του Κυπέλλου. Για την οποία υπάρχει ακόμη ένα κίνητρο, το οποίο καλό είναι να το μάθουν.
Από την καθιέρωση της Α’ Εθνικής, δηλαδή από την αγωνιστική περίοδο 1959-60, μόνο ο Παναθηναικός κατέκτησε το Κύπελλο τρεις συνεχόμενες φορές και καμία ομάδα τέσσερις. Ο Παναθηναικός το πήρε τις περιόδους 1992-93, 1993-94 και 1994-95. Επομένως, ο ΠΑΟΚ έχει την ευκαιρία να ισοφαρίσει και αυτό το ρεκόρ και του χρόνου να το καταρρίψει με το να γίνει η μοναδική ομάδα που θα έχει κατακτήσει το Κύπελλο επί τέσσερις συνεχόμενες χρονιές.
Ψάχνοντας την προιστορία του Κυπέλλου, βρήκα το καταπληκτικό που συνέβη στον τελικό του 1962. Επαιξαν ο Ολυμπιακός με τον Παναθηναικό. Αν το έπαιρνε ο Ολυμπιακός θα είχε τρεις συνεχόμενες κατακτήσεις και την επόμενη χρονιά, που επίσης το πήρε, θα έφτανε στις τέσσερις. Πλην, όμως, εκείνον τον τελικό… δεν τον κέρδισε κανείς! Το 1962 δεν υπήρξε κυπελλούχος! Διαβάστε, λοιπόν, το γιατί. Εχει ενδιαφέρον…
“Ο τελικός ορίστηκε να διεξαχθεί στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας. Ηταν ένας επεισοδιακός και πολύ σκληρός αγώνας, που σημαδεύτηκε από τρεις αποβολές από το πρώτο ημίχρονο, το οποίο διήρκεσε... 66 λεπτά λόγω των συνεχών διακοπών. Η ανάπαυλα διήρκεσε 30 λεπτά αντί για 15, αφού οι θεατές του αγώνα πέταξαν πολλά αντικείμενα στον αγωνιστικό χώρο, επειδή πίστευαν ότι οι δύο ομάδες επεδίωκαν την ισοπαλία ώστε να παίξουν επαναληπτικό αγώνα (δεν είχε ακόμα καθιερωθεί η διαδικασία των πέναλτι) και να εξασφαλίσουν έτσι περισσότερα έσοδα από τα εισιτήρια.
Το δεύτερο ημίχρονο κύλησε πιο ομαλά παρά τις αντιδράσεις των θεατών που επέμειναν να αποδοκιμάζουν τους ποδοσφαιριστές και των δύο ομάδων, το 0-0 έμεινε αναλλοίωτο και το ματς πήγε στην παράταση. Με τη μεγάλη καθυστέρηση, όμως, που είχε γίνει από το πρώτο ημίχρονο, έπεσε το σκοτάδι (το γήπεδο δεν είχε ακόμη προβολείς) και έτσι ο Ελβετός διαιτητής Μελέ αναγκάστηκε να διακόψει τον αγώνα στο 7ο λεπτό της παράτασης. Μάλιστα, η ΕΠΟ, υπό τον φόβο ενδεχόμενων αντιδράσεων, δεν τόλμησε να ορίσει επαναληπτικό τελικό, ο οποίος θα γινόταν πριν από την έναρξη της επόμενης αγωνιστικής περιόδου, με αποτέλεσμα εκείνη τη χρονιά να μην αναδειχτεί κυπελλούχος”
Με άλλα λόγια, από τότε το ελληνικό ποδόσφαιρο διακρινόταν για τις... πρωτοτυπίες του σε παγκόσμιο επίπεδο. Θέλετε άλλη μια άφθαστη πρωτοτυπία; Στον τελικό του 1969 έπαιξαν, στο Καραισκάκη, Ολυμπιακός – Παναθηναικός. Ηρθαν ισόπαλοι 1-1, πήγαν στην παράταση, το σκορ δεν άλλαξε και ο κυπελλούχος, που ήταν ο Παναθηναικός, αναδείχτηκε με κλήρωση, διότι δεν προβλέπονταν ακόμη τα πέναλτι και η ΕΠΟ είχε εγκαταλείψει οριστικά την επιλογή του επαναληπτικού τελικού. Εστριψε, λοιπόν, μια... δεκάρα στο κορώνα – γράμματα ο διαιτητής Χρήστος Μίχας, ενώπιον των δύο αρχηγών στο κέντρο του γηπέδου, ενώ 40.000 θεατές περίμεναν να δουν ποιος θα πανηγυρίσει για να καταλάβουν ποια ομάδα “κέρδισε”. Πανηγύρισε ο τυχερός της κλήρωσης Μίμης Δομάζος και έμεινε με το παράπονο ο άτυχος, Γιώργος Σιδέρης.
Η διαδικασία των πέναλτι εφαρμόστηκε από την επόμενη χρονιά και για πρώτη φορά χρειάστηκε στον τελικό του 1974, όταν ο ΠΑΟΚ επικράτησε του Ολυμπιακού στη Νέα Φιλαδέλφεια, κατακτώντας το δεύτερο Κύπελλό του.
*Από την έντυπη έκδοση της Metrosport (12/4)